μεταλλογραφία

μεταλλογραφία
Τομέας της μεταλλουργίας, ο οποίος μελετά τη δομή των μετάλλων και των κραμάτων με μικροσκοπική κυρίως ανάλυση. Αυτός ο τύπος ανάλυσης έχει υποκαταστήσει τελείως άλλες φυσικές και χημικές μεθόδους (προσδιορισμό της θερμοηλεκτρικής ισχύος, της αντίστασης, θερμική ανάλυση κλπ.) στη μελέτη της σχέσης μεταξύ χημικών και δομικών χαρακτηριστικών των μετάλλων από τη μια και των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων τους από την άλλη. Για να συντελεστεί η παρατήρηση ενός δείγματος μετάλλου ή κράματος στο μικροσκόπιο, πρέπει να προηγηθεί μια κατάλληλη επεξεργασία, που αρχίζει με σχολαστικό αλλεπάλληλο καθαρισμό μηχανικής λείανσης και συμπληρώνεται ενδεχομένως από χημικό ή ηλεκτροχημικό καθαρισμό. Όταν η επιφάνεια του δείγματος καταστεί απόλυτα λεία, καθίσταται ορατή η δομή του, μέσω μικροσκοπικής ανάλυσης, μόνον εφόσον επιτευχθεί μια διαφορετική ανάκλαση των φωτεινών ακτίνων επάνω στους διάφορους κόκκους που αποτελούν το δείγμα· αυτό επιτυγχάνεται με τη χρησιμοποίηση ενός κατάλληλου αντιδραστηρίου που προσβάλλει την επιφάνεια του δείγματος (για τον σίδηρο και τον χάλυβα τα πιο εύχρηστα αντιδραστήρια είναι αλκοολικά διαλύματα μέσα σε νιτρικό και πικρικό οξύ). Η προσεκτική εξέταση του δείγματος στο μικροσκόπιο ή η μικροφωτογράφησή του μπορεί να παρουσιάσει στον μεταλλουργό την ταχεία θερμική συμπεριφορά του δείγματος, τις μηχανικές διεργασίες, την παρουσία ακαθαρσιών και προσμείξεων, παρέχοντάς του ενδείξεις σχετικά με τις απαραίτητες μελλοντικές επεξεργασίες για την αποτελεσματικότερη χρήση του. Η μ. με οπτικό μικροσκόπιο τείνει να υποκατασταθεί από άλλες τεχνικές, που επιτρέπουν πιο λεπτομερείς αναλύσεις δομής. Τμήμα αυτών των τεχνικών μεθόδων αποτελεί η μικροσκοπική παρατήρηση με πολωμένο φως, με υπεριώδεις ακτίνες, η ηλεκτρονική εξέταση και η ανάκλαση των ακτίνων X. Περλιτική δομή χάλυβα σε οπτικό μικροσκόπιο (μεγέθυνση 1.000 φορές). Δείγμα χάλυβα υπό μεταλλογραφική παρατήρηση (μεγέθυνση 10.000 φορές).
* * *
η
1. τεχνολ. η μεταλλογνωσία
2. (γραφ. τέχν.) μέθοδος τής λιθογραφίας κατά την οποία, αντί τού λίθου, χρησιμοποιείται πλάκα από ψευδάργυρο ή κοκκώδες αλουμίνιο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μεταλλογραφία — η 1. η επιστήμη που εξακριβώνει και μελετά τις ιδιότητες των μετάλλων. 2. χαρακτική πάνω σε μέταλλο: Πουλάει μεταλλογραφίες που τις φτιάχνει ο ίδιος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • λιθογραφία — Τεχνική αναπαραγωγής σχεδίων ή κειμένων σε φύλλα χαρτιού. Το σχέδιο εκτελείται με ειδική μελάνη ή λιπαρό μολύβι (λιθογραφικό μολύβι) στην επιφάνεια μίας παχιάς λειασμένης πλάκας από σκληρό και ομοιογενή ασβεστόλιθο. Οι βασικές μέθοδοι λ. είναι… …   Dictionary of Greek

  • μεταλλογνωσία — η τεχνολ. η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη τών μετάλλων και κραμάτων, κυρίως με μεθόδους μικροσκοπίας και περίθλασης ακτίνων Χ, αλλ. μεταλλογραφία …   Dictionary of Greek

  • μεταλλογράφος — ο, η αυτός που ασχολείται με τη μεταλλογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλο + γράφος (< γράφω)] …   Dictionary of Greek

  • μεταλλογραφικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεταλλογραφία ή στον μεταλλογράφο. επίρρ... μεταλλογραφικώς και ά με μεταλλογραφικό τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταλλογράφος] …   Dictionary of Greek

  • φερίτης — ο στη μεταλλογραφία, ο καθαρός ή ο σχεδόν καθαρός σίδηρος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”